Ένα από τα δημοφιλέστερα
ανέκδοτα στην Αβάνα σήμερα
έχει ως εξής: ένας ενήλικος
ρωτάει ένα παιδί τι θέλει
να γίνει όταν μεγαλώσει.
"Τουρίστας", απαντάει ο μικρός.
Μόνο αν βρεθεί κανείς ως
ξένος στην Κούβα μπορεί
να συλλάβει την ειρωνεία.
Σε μια χώρα που βρίσκεται
σε δεινή οικονομική κατάσταση
και οι καθημερινές δυσκολίες
του πληθυσμού είναι ορατές,
δεν υπάρχει τίποτε που ναμην
προσφέρεται στους τουρίστες.
Μπορεί να υπάρχουν ελλείψεις
στα καύσιμα, αλλά οι ξένοι
θα βρουν πάντα βενζίνη για
τα νοικιασμένα τζιπ τους.
Μπορεί να υπάρχουν διακοπές
στην ηλεκτροδότηση, αλλά
τα μεγάλα ξενοδοχεία στην
παραλιακή λεωφόρο Μαλεκόν
και το κλαμπ "Τροπικάνα" λάμπουν
μέσα στη θεοσκότεινη πόλη.
Μπορεί, τέλος, να μην υπάρχει
επάρκεια τροφίμων, αλλά
στο πρωινό του ξενοδοχείου
του ο τουρίστας θα βρει εισαγόμενες
μαρμελάδες από την Ισπανία
ή την Πορτογαλία.
Ποιες είναι οι πρώτες εικόνες
φθάνοντας στην Αβάνα; Περιμένοντας
στις ουρές για τον έλεγχο
διαβατηρίων στο αεροδρόμιο
Χοσέ Μαρτί αισθάνεται κανείς
την έντονη υγρή ζέστη που
τυλίγει τα πάντα και συγχρόνως
παρατηρεί τις στρατιωτικές
στολές τελωνειακών και
αστυνόμων. Το Χοσέ Μαρτί
δεν έχει ιδιαίτερη κίνηση.
Ακόμη και τον Αύγουστο, που
είναι ο χειρότερος μήνας
για αεροπορικά ταξίδια,
οι πτήσεις καταφθάνουν
και αναχωρούν στην ώρα τους.
Το ταξίδι από το αεροδρόμιο
ως το ξενοδοχείο με ταξί
ή πούλμαν αφήνει στον ταξιδιώτη
τις πρώτες εικόνες από τη
δυσπραγία του νησιού: δρόμοι
σχεδόν έρημοι, με ελάχιστα
παλιά αυτοκίνητα, ποδηλάτες,
πεζοί που πορεύονται μοιρολατρικά
στις άκρες και στα πεζοδρόμια.
Σπίτια ταλαιπωρημένα με
φωτεινά ροζ ή κίτρινα χρώματα
που ξεφτίζουν στον ήλιο
- άνθρωποι καθισμένοι στα
κεφαλόσκαλα, τέλος, τροπική
πρασινάδα και φοίνικες.
Η ΑΒΑΝΑ είναι μια πόλη αφάνταστης
ομορφιάς, που όμως καταρρέει
σιγά σιγά. Η Unesco την έχει εντάξει
από το 1982 στον κατάλογο με
τις πόλεις που ανήκουν στην
κληρονομιά της ανθρωπότητας.
Η πρωτεύουσα της Κούβας
(ίσως η πιο αυθεντική αποικιακή
πόλη της Λατινικής Αμερικής)
χωρίζεται σε τρεις μεγάλες
περιοχές: στη Χαμπάνα Βιέχα,
δηλαδή στην παλιά πόλη - στο
Βεδάδο με τις παλαιικές
επαύλεις και τους φοίνικες
- τέλος, στα δυτικά, στο Μιραμάρ,
το πιο μοντέρνο προάστιο,
με τις πρεσβείες, το σουπερμάρκετ
των διπλωματών, τα σπίτια
της νομενκλατούρας και
τα καλά εστιατόρια. Οι αποστάσεις
είναι αρκετά μεγάλες και
η συγκοινωνία (δεδομένων
των ελλείψεων του πετρελαίου)
ανεπαρκής. Έτσι ο μόνος τρόπος
να διακινηθεί κανείς στην
πόλη αλλά και να διαμορφώσει
μια εικόνα της είναι νοικιάζοντας
αυτοκίνητο.
Ένας λαός "mestizo"
«Σε κάθε γωνιά», γράφει στο
μυθιστόρημά του ο Γκριν,
«στέκονταν νεαροί που του
φώναζαν "Ταξί"λες και ήταν
ξένος και κατά μήκος της
λεωφόρου Πασέο σχεδόν κάθε
15 μέτρα τον προσέγγιζαν οι
προαγωγοί, αν και χωρίς πραγματική
ελπίδα: "Σε τι μπορώ να σας
εξυπηρετήσω, κύριε;" "Ξέρω
τα πιο ωραία κορίτσια". "Θέλετε
μια όμορφη γυναίκα;"»
"Ένα μάτι που σε κοιτάζει"
Εν τούτοις η επαφή με τον
πληθυσμό δεν περιορίζεται
σε (περισσότερο ή λιγότερο)
ανήθικες προτάσεις στον
δρόμο. Στην Κούβα το να κοιτάζεις
θεωρείται φιλοφρόνηση,
συγχρόνως όμως έχει κανείς
διαρκώς το αίσθημα πως τον
παρατηρούν εξεταστικά.
Αυτό δεν αντανακλά υποχρεωτικά
το σύνθημα ότι στην Κούβα
"υπάρχει πάντα ένα μάτι που
σε κοιτάζει", όσο έναν πληθυσμό
φιλοπερίεργο και μια κουλτούρα
όπου η διεκπεραίωση των
πιο απλών ή των πιο σύνθετων
υποθέσεων διέρχεται μέσα
από την προσωπική επαφή.
Ένας περίπατος στην παλιά
Αβάνα μοιραία θα περάσει
από τους παράλληλους δρόμους
Ομπίσμπο και Ο'Ράιλι φθάνοντας
στην υποβλητική πετροκομμένη
Πλάσα ντε λα Κατεντράλ. Είναι
οι δρόμοι που απαθανατίζει
στο μυθιστόρημά του ο Γκριν.
Αλλά είναι και η περιοχή
που φέρει τα ίχνη από την
εικοσαετή σχεδόν παραμονή
στην Αβάνα ενός άλλου μυθιστοριογράφου,
του Αμερικανού Έρνεστ Χέμινγουέη:
τα μπαρ "Φλορίντα" και "Μποτεγκίτα
ντελ Μέντιο" όπου ο "Πάπα"
έπινε τα αγαπημένα του ντακουίρι
και το ξενοδοχείο "Άμπος
Μούντος" όπου έζησε για ένα
μεγάλο χρονικό διάστημα,
από το 1938 και πέρα. Ο συγγραφέας
της νουβέλας "Ο γέρος και
η θάλασσα" δεν είναι ο μόνος
που που γοητεύθηκε από το
νησί της Καραϊβικής άπό
όπου έχουν περάσει αρκετά
διάσημα ονόματα της λογοτεχνίας,
από τη 19χρονη Αναϊς Νιν ως
τον Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα.
Η νυχτερινή ζωή
Παρά την οικονομική κρίση,
πολλές πόλεις θα ζήλευαν
την νυχτερινή ζωή στην Αβάνα.
Με το σούρουπο οι κάτοικοι
της πόλης μαζεύονται σιγά
σιγά στις πλατείες και στα
πεζοδρόμια. Οι περισσότεροι
συγκεντρώνονται στο Μαλεκόν.
Οι Κουβανοί συζητούν, περιμένουν
στην ουρά για ένα παγωτό,
χορεύουν ή παρακολουθούν
μια από τις μπάντες που παίζουν
στο δρόμο. Η μουσική είναι
ομολογουμένως αναπόσπαστο
κομάτι της ζωής στην Κούβα.
Από τα σχήματα δύο ή τριών
μουσικών που περιφέρονται
στην Αβάνα ως τα συγκροτήματα
που εμφανίζονται στα νυχτερινά
κέντρα. Μια επίσκεψη στο
"Παλασιο ντε λα σάλσα", στο
υπόγειο του ξενοδοχείου
"Ριβιέρα", είναι επιβεβλημένη.
Εκεί μπορεί κανείς να παρακολουθήσει
σχήματα όπως οι NG (Nueva Generacion) La Banda, που
αναφέρονται συχνά και πιθανότατα
είναι η καλύτερη μπάντα
σάλσα στον κόσμο αυτή τη
στιγμή. Οι NG La Banda δεν έχουν μόνο
απίθανο ήχο και ρυθμό, αλλά
συνεπαίρνουν το πολυεθνικό
κοινό (Κουβανοί αλλά και
ξένοι) με τέτοιο τρόπο που
οι αντιδράσεις και ο χορός
στο "Παλάσιο ντε λα σάλσα"
να αποσπούν την προσοχή
από αυτά που συμβαίνουν
στη σκηνή. Ρούμπα, σάλσα, μάμπο
ή τζαζ, η μουσική ζωή στην
Αβάνα είναι έντονη και τα
περισσότερα ξενοδοχεία
(όπως το "Χαβάνα Λίμπρε" ή
το "Μελία Κοϊμπα") διαθέτουν
ζωντανά συγκροτήματα, ενώ
οι εμφανίσεις του περίφημου
Μανολίν, γνωστού και ως "Medico
de la salsa", δηλαδή "γιατρού της σάλσα",
αποτελούν γεγονός.
Βεραδέρο - ένα "γκέτο"
για τους τουρίστες
Το Βεραδέρο είναι ένας μικρός
οικισμός σε απόσταση δύο
ωρών από την Αβάνα με το αυτοκίνητο.
Εξελίσσεται ραγδαία σε
τουριστικό θέρετρο με δικό
του αεροδρόμιο και τεράστια
ξενοδοχεία. Αιτία η πολλών
χιλιομέτρων ακρογιαλιά
του, που είναι η ωραιότερη
του νησιού και μια από τις
εκπληκτικότερες στον κόσμο.
Η ψιλή άμμος και τα γαλαζοπράσινα
αβαθή νερά (πολύ ζεστά όπως
πάντα στην Κούβα) φέρνουν
εδώ τουρίστες από όλα τα
μέρη του κόσμου εκτός από
τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Το Βεραδέρο απέχει περίπου
130 χιλιόμετρα από την Αβάνα
και βρίσκεται επάνω στον
δρόμο που περνάει από το
Ματάνσας. Μια εξόρμηση στην
ενδοχώρα της Κούβας συνιστάται
στον ξένο ταξιδιώτη και
παρουσιάζει ιδιαίτερο
ενδιαφέρον αν και χρειάζεται
κανείς περισσότερο από
δυο εβδομάδες. Η μετακίνηση
μπορεί να γίνει με αυτοκίνητο
ή παίρνοντας τις πτήσεις
των εσωτερικών αερογραμμών.
Στον δρόμο προς τα ανατολικά
μπορεί κανείς να επισκεφθεί
τον Κόλπο των Χοίρων, το Σιενφουέγκος
και το Τρίνινταντ με τα έντονα
σημάδια της αποικιακής
αρχιτεκτονικής. Τελικός
προορισμός ε΄ναι, βεβαίως
η επαρχία Οριέντε και το
Σαντιάγκο ντε Κούμπα με
την έντονη επαναστατική
παράδοση. Πέρα από τον ήλιο,
τη σάλσα, τα πούρα και την
αφόρητη υγρασία, η Κούβα
δίνει συνέχεια στον ξένο
αφορμές για να προβληματιστεί.
Τα κατάλοιπα της αποικιοκρατίας,
τα βλοσυρά πρόσωπα των στρατιωτών
οι jineteras, οι ωραίες Κουβανές
που κάνουν οτοστόπ στον
δρόμο, τα δολάρια που αλλάζουν
χέρια διαρκώς, οι τεράστιες
επιγραφές με τη γνώριμη
φυσιογνωμία του Τσε. Ο Γκράχαμ
Γριν γράφει ότι "το να ζεις
στην Αβάνα είναι σαν να ζεις
σε ένα εργοστάσιο παραγωγής
ανθρώπινου κάλλους". Παρά
την ομορφιά των ανθρώπων
της, η πόλη, με τη νευρωτική
ατμόσφαιρα και την κατερειπωμένη
φυσιογνωμία, γοητεύει αλλά
και βάζει σε σκέψεις τον
επισκέπτη, που κοιτώντας
την έρημη θάλασσα προς το
Μαϊάμι κάνει τις δικές του
υποθέσεις για το μέλλον.